Categories
Archbishop’s Teaching

Ομιλία του Σεβασμιοτάτου Αρχιεπισκόπου Μαρωνιτών Κύπρου κ. Σελίμ Σφέιρ επί τη ευκαιρία της εορτής του Αγίου Μάρωνα

Ομιλία του Σεβασμιοτάτου Αρχιεπισκόπου Μαρωνιτών Κύπρου
κ. Σελίμ Σφέιρ
επί τη ευκαιρία της εορτής του Αγίου Μάρωνα

Καθεδρικός Ναός Παναγίας των Χαρίτων
Λευκωσία - Κύπρος

Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2024

Εξοχότατε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας
Κύριε Νίκο Χριστοδουλίδη,
Εκλεκτοί προσκεκλημένοι,
Αγαπητά εν Χριστώ αδέλφια,

Σε μια επιστολή εξορίας του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως προς τον Άγιο Μάρωνα τον 4ο (τέταρτο) αιώνα, αναφέρει: «Κρατάμε πάντα ζωντανή τη μνήμη σας όπου κι αν βρισκόμαστε, δεδομένης της ιδιαίτερης θέσης που κατέχετε στις σκέψεις μας... Το μόνο που ζητάμε είναι να προσεύχεστε στο Θεό για μας. Ω εσύ ευλογημένε Μάρωνα, ζωντανέ ναέ του Αγίου και καθαρού πνεύματος, που εργάστηκες στην υπηρεσία του Κυρίου από το πρωί μέχρι το βράδυ.» Αυτή η εκκλησιαστική και πνευματική σχέση μεταξύ του Αγίου Ιωάννη Χρυσοστόμου, Πατέρα της Εκκλησίας, και του Αγίου Μάρωνα, ερημίτη του Θεού, ταξίδεψε μέσα στην ιστορία δια της αγάπης της διακονίας του Ευαγγελίου.
Αγαπητά εν Χριστώ αδέλφια, ο Θεός που δημιούργησε το ορατό και αόρατο σύμπαν, ο παντοδύναμος Θεός που κυβερνά τον κόσμο, ο Θεός που γνωρίζει τα πάντα και από τον οποίο δεν πέφτει ούτε μια τρίχα από το κεφάλι μας χωρίς τη γνώση Του, αυτός ο Θεός έγινε πολύ μικρός, έγινε σάρκα από τη σάρκα μας, ακόμη και ένα απλό μικρό κομμάτι ψωμί για να μοιραστεί μαζί μας ότι καλύτερο είχε: τη Θεότητά Του.
Με άλλα λόγια, την Αγιότητά Του, με άλλα λόγια, τον εαυτό Του. «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη,» είπε ο Ιησούς, «από το να δώσει κανείς τη ζωή Του γι' αυτούς που αγαπά» (Ιωάννης 15:13).

Η αγιότητα δεν είναι τα πράγματα που κάνουμε - είναι οι συνέπειες. Αγιότητα είναι να είμαστε οι ίδιοι στα μάτια του Θεού, όπως ο Θεός θέλει να είμαστε. Το θέλημά Του δεν είναι μια δικτατορία, αλλά μια πολυπόθητη επιθυμία. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο είμαστε μοναδικοί, σε αυτό ακριβώς το σημείο κάθε Άγιος είναι μοναδικός επειδή έχει επιτρέψει στον εαυτό του να έλκεται και να γεννιέται από αυτό το θέλημα του Θεού που είναι εγγεγραμμένο στον Λόγο Του.
Και αυτό είναι απλά αυτό που έκανε ο Άγιος Μάρωνας. Δεν προσπάθησε να κάνει θαύματα, ούτε να χτίσει μοναστήρια, ούτε καν να προσελκύσει πλήθος κόσμου - ακόμη και για τον καλό σκοπό του Ευαγγελίου. Κοίταξε τον Ιησού, όλα όσα είχαν πει οι προφήτες γι' Αυτόν. Τον είδε στη Βηθλεέμ, στην Αίγυπτο, στη Ναζαρέτ, στο Ναό, στις όχθες του Ιορδάνη, στη Γαλιλαία, κοντά στην Τύρο και τη Σιδώνα, στον Κήπο των Ελαιών, στον Γολγοθά, στο σταυρό, στον τάφο την Παρασκευή και ξανά την Κυριακή. Τότε κατάλαβε πώς και πού να αναγνωρίσει τη φωνή Του μέσα στο απαλό αεράκι της δικής του ζωής. Γι' αυτό έθαψε τον εαυτό του σαν σπόρο σιναπιού στην Καρδιά του Θεού Του και τρέφεται από το πιο ασήμαντο και το πιο σπουδαίο πράγμα: τον ευχαριστιακό άρτο. Και ιδού, αυτός ο σπόρος σιναπιού άρχίζει να μεγαλώνει- «Είναι μικρότερος απ’ όλους τους σπόρους, όταν όμως μεγαλώσει, ξεπερνά όλα τα λαχανικά και γίνεται δέντρο, ώστε να έρχονται τα πουλιά και να φωλιάζουν στα κλαδιά του».. (Ματθαίος 13, 32) Όπως αρέσκεται να μας υπενθυμίζει ο Πάπας Φραγκίσκος, «η δύναμη του Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού δεν έγκειται στον προσηλυτισμό, αλλά στην αγάπη του Θεού.»
«Το να είσαι μικρός δεν είναι πρόβλημα, αλλά πηγή», λέει ο Πάπας Φραγκίσκος. Ο Θεός αγαπάει τη μικρότητα και μέσα από αυτήν αγαπάει να πετυχαίνει μεγάλα πράγματα, όπως μαρτυρεί η ίδια η Παναγία, η Μητέρα του Θεού. Γι' αυτό, έχοντας αφουγκραστεί το απαλό αεράκι στη ζωή μας, έχοντας αναγνωρίσει τη φωνή του Θεού για εμάς σήμερα το 2024, απευθύνουμε έκκληση για την αποκατάσταση των Μαρωνιτικών χωριών της Αγίας Μαρίνας, της Μονής του Προφήτη Ηλία και του Ασωμάτου. Όχι για να προκαλέσουμε κανέναν, αλλά μόνο τους εαυτούς μας, με μεγάλη
εμπιστοσύνη στον Θεό. Γιατί αν ο Θεός γράφει ιστορία με μικρά πράγματα, αν χρησιμοποιεί τους πενιχρούς καρπούς των μικρών και ασήμαντων για να αλλάξει την πορεία των παγκόσμιων γεγονότων, τότε μπορούμε να ελπίζουμε, με υπερφυσική ελπίδα, ότι τα μεγάλα ζητήματα που αφορούν την Κύπρο θα βρουν τις καλύτερες απαντήσεις τους δουλεύοντας όπως ο Θεός: με αγάπη και για το καλό όλων ανεξαιρέτως. Ο Θεός αγαπά τους αδύναμους που βασίζονται σε αυτόν για τα πάντα- ευλογεί τους μικρούς και τους καρπούς των χεριών τους. Στηριζόμενος πάνω τους, όπως μπαίνει θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα πάνω σε ένα ταπεινό γαϊδουράκι για να μεταμορφώσει, να αλλάξει και να εγκαινιάσει μια νέα εποχή. Έτσι, όπως ακριβώς ο Άγιος Μάρωνας συλλογιζόταν τον Ιησού στις πιο μικρές λεπτομέρειες της ζωής του, ας έχουμε τα μάτια μας στραμμένα πάνω του και ας προχωρήσουμε μπροστά.
Με την ευκαιρία αυτή, έχουμε την τιμή να σας μεταφέρουμε τους χαιρετισμούς του Εκλαμπρότατου Καρδιναλίου Mar Béchara Boutros El Raï, του Μακαριότατου Πατριάρχη Αντιοχείας και πάσης Ανατολής των Μαρωνιτών.
Θα θέλαμε επίσης να ευχαριστήσουμε όλως ιδιαιτέρως τον εξοχότατο Πρόεδρο της Δημοκρατίας κύριο Νίκο Χριστοδουλίδη που μας τιμά με την παρουσία του εδώ σήμερα καθώς και όλους εσάς, αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, για τη συμμετοχή σας στον εορτασμό της γιορτής του Αγίου Μάρωνα, κάτι που αποτελεί ένδειξη του βαθύτατου σεβασμού που τρέφετε για τη Μαρωνιτική μας Εκκλησία και την παρουσία μας στο νησί.
Είθε ο Άγιος Μάρωνας, Πατέρας των Μαρωνιτών, να ευλογεί τον καθένα μας και να ευλογεί όλες τις προσπάθειές μας στα μονοπάτια της ειρήνης για τον κόσμο και για την αγαπημένη μας Κύπρο. Αμήν.

† Σελίμ Σφέιρ

Αρχιεπίσκοπος Μαρωνιτών Κύπρου

Categories
Archbishop’s Teaching

4ème Dimanche après l’Epiphanie Saint Jean 4 / 5 – 26

Temps de l’Epiphanie
4ème Dimanche après l’Epiphanie
Saint Jean 4 / 5 – 26

Homélie de Son Excellence Mgr. Selim Sfeir
Archevêque Maronite de Chypre
L’eau vive

Chers frères et soeurs en Christ,
Jésus, fatigué par sa marche dans le désert, et au mi-temps du jour, il dit à cette femme qu’il rencontre au puits de Jacob : «Donne-moi à boire». Admirons la manière dont le Seigneur s'adresse à elle. . Celui qui donne en abondance s'abaisse jusqu'à dépendre de cette femme en lui demandant de l'eau pour apaiser sa soif. Quelle surprise pour elle d'entendre Jésus, qu'elle reconnaissait pour un Juif, lui demander à boire !
Pour cette femme de Samarie, le dialogue qui s’engage avec Jésus prend en quelques instants un tour étonnant. Alors que c’est lui qui vient de lui demander à boire, il lui offre une eau vive qui apaise toute soif, si bien que c’est elle qui lui demande, maintenant : «Seigneur, donne-la moi, cette eau». Mais au lieu de lui répondre, il la conduit à lui confier les deux drames de sa vie. D’abord, sa faillite conjugale : «je n’ai pas de mari». Puis sa détresse religieuse : elle ne sait pas où adorer Dieu ; les écoles s’opposent : sur la montagne ou à Jérusalem. Ce rapide dialogue avec Jésus a mis en lumière les deux obstacles principaux qui sont en cette femme, et qui l’empêchent de rejoindre Dieu. Jésus l’a conduite, sans la juger, à reconnaître humblement les deux impasses de sa vie, les deux soifs perpétuellement insatisfaites qui rendent sa vie malheureuse.
Et c’est précisément là que Jésus intervient. Il vient à notre rencontre, et nous conduit à lui confesser notre soif, notre soif d’aimer, toujours insatisfaite parce qu’aucun humain ne peut guérir la blessure originelle, hormis Dieu lui-même. L’eau vive que Jésus promet à la Samaritaine, qu’il nous promet, c’est l’Esprit Saint qui s’écoulera de son coeur transpercé sur la Croix, l’amour divin qui seul peut étancher notre soif, soif d’aimer Dieu, et soif d’aimer les hommes. Voilà le sens de notre vie: remettre à Dieu nos incapacités, lui offrir nos coeurs brisés et humiliés, lui crier notre soif. Et cela ne va pas sans effort, car nous cherchons par tous les moyens à combler les brèches de nos coeurs, et empêchons ainsi l’eau vive d’y pénétrer. Notre monde excelle à nous offrir mille échappatoires qui nous font fuir notre misère, mille boissons vinaigrées qui ne peuvent étancher la soif qui nous étreint. S’il est un effort véritable, c’est celui qui nous fait confesser à Dieu notre misère, notre soif, et qui nous fait implorer son secours.
Alors, la rencontre de Jésus avec la Samaritaine, la rencontre de Jésus avec chacun de nous prend tout son sens. C’est l’échange de deux soifs. La Samaritaine a soif de pouvoir aimer et adorer, Jésus a soif de pouvoir communiquer son amour. C’est le sens de sa soif au puits de Jacob, c’est le sens de son cri de soif au Golgotha. En révélant sa soif à la Samaritaine, Jésus lui a révélé la sienne ; en l’étanchant, il lui montre comment étancher celle qui l’habite. Il ne manque à Dieu que ce qui ne peut venir que de nous : que nous accueillions l’amour qu’il désire nous communiquer.
La femme a trouvé la réponse aux besoins profonds de son âme et maintenant, elle désire rendre témoignage autour d'elle de ce qu'elle a trouvé en Jésus. Elle s'adresse à ceux de sa propre ville, là où sa vie de péché était connue. Elle peut dire maintenant : « Venez voir un homme qui m'a dit tout ce que j'ai fait ; celui-ci n'est-il point le Christ ? ». Elle a cru ce que le Seigneur Jésus lui disait, et elle le confesse de sa bouche devant les hommes. Voilà le signe d'une vraie conversion !

Prière
Seigneur, nous avons soif. Donne-nous à boire de ton eau pour recevoir ton Amour et le porter vers tous ceux que nous rencontrons

† Selim Sfeir
Archevêque Maronite de Chypre

Categories
Archbishop’s Teaching

Fourth Sunday after Epiphany John 4 / 5 – 26

Time of the Epiphany
Fourth Sunday after Epiphany
John 4 / 5 – 26

Homily of His Excellency Selim Sfeir
Maronite Archbishop of Cyprus
The Living Water

Dear brothers and sisters in Christ,
Jesus, tired from his walk in the desert and midday, says to the woman he meets at Jacob's well: "Give me a drink". Let us admire the way the Lord addresses her. He who gives abundantly gives lowers himself to depend on this woman, asking her for water to quench her thirst. What a surprise it was for her to hear Jesus, whom she recognized as a Jew, asking her for a drink!
For this Samaritan woman, the dialogue with Jesus takes a surprising turn in just a few moments. Even though he had just asked her for a drink, he offered her the living water that quenches all thirst, so that it was she who now asked him: "Lord, give me this water". Instead of answering her directly, he leads her to confide in him about the two tragedies of her life. First, her marital failure: "I have no husband". Then her religious distress: she did not know where to worship God; the schools were opposed: on the mountain or in Jerusalem. This brief dialogue with Jesus highlighted the two main obstacles in the life of this woman, preventing her from reaching God. Jesus led her, without judgment, to humbly acknowledge the two dead ends in her life, the two perpetually unsatisfied thirsts that make her life unhappy.
And this is precisely where Jesus intervenes. He comes to meet us, and leads us to confess to him our thirst, our thirst to love, always unsatisfied because no human can heal the original wound, except God himself.
The living water that Jesus promises the Samaritan woman, that he promises us, is the Holy Spirit that will flow from his pierced heart on the Cross, the divine love that alone can quench our thirst, thirst to love God, and thirst to love humanity. This is the meaning of our lives: to surrender to God our inabilities, to offer him our broken and humiliated hearts, to cry out to him our thirst. And this doesn't come without effort, for we seek in every way to fill the gaps in our hearts, thus preventing the living water from penetrating. Our world excels in offering us a thousand escapes that make us flee our misery, a thousand vinegar drinks that cannot quench our thirst. If there is a real effort, the one that leads us to confess our misery and thirst to God, and implore his help.
Therefore, the encounter of Jesus with the Samaritan woman, the encounter of Jesus with each of us, takes on its full meaning. It is the exchange of two thirsts. The Samaritan woman thirsts to be able to love and worship; Jesus thirsts to be able to communicate his love. This is the meaning of his thirst at Jacob's well, and the meaning of his cry of thirst at Golgotha. By revealing his thirst to the Samaritan woman, Jesus revealed hers; by quenching it, he showed her how to quench his own. All that God lacks is what can only come from us: that we welcome the love he desires to communicate to us.
The woman has found the answer to the deepest needs of her soul, and now she wants to give witness to what she has found in Jesus. She addresses those in her own city, where her life of sin was known.
Now she can say, "Come and see a man who has told me all that I ever did; can this be the Christ?”. She has believed what the Lord Jesus told her, and she confesses it with her own mouth before people. This is the sign of a true conversion!

Prayer
Lord, we are thirsty. Give us to drink from your water to receive your Love and carry it to all those we meet.

† Selim Sfeir
Maronite Archbishop of Cyprus

Categories
Archbishop’s Teaching

4η Κυριακή μετά τα Θεοφάνια Ιωάννης 4 / 5-26

Περίοδος των Θεοφανίων
4η Κυριακή μετά τα Θεοφάνια

Ομιλία του Σεβασμιοτάτου Αρχιεπισκόπου Μαρωνιτών Κύπρου κ. Σελίμ Σφέιρ
Το ζωντανό νερό
Ιωάννης 4 / 5-26

Έφτασε έτσι σε μια πόλη της Σαμάρειας που λεγόταν Συχάρ, κοντά στο χωράφι που είχε δώσει ο Ιακώβ στο γιο του τον Ιωσήφ. Εκεί βρισκόταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, κουρασμένος από την πεζοπορία, κάθισε κοντά στο πηγάδι· ήταν γύρω στο μεσημέρι.
Οι μαθητές του είχαν πάει στην πόλη ν' αγοράσουν τρόφιμα. Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να βγάλει νερό. Ο Ιησούς της λέει: «Δώσ' μου να πιω». Εκείνη τού απάντησε: «Εσύ είσαι Ιουδαίος κι εγώ Σαμαρείτισσα. Πώς μπορείς να μου ζητάς να σου δώσω νερό να πιεις;» –επειδή οι Ιουδαίοι αποφεύγουν κάθε επικοινωνία με τους Σαμαρείτες. Ο Ιησούς της απάντησε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είν' αυτός που σου λέει “δώσ' μου να πιω”, τότε εσύ θα του ζητούσες κι εκείνος θα σου έδινε ζωντανό νερό». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, εσύ δεν έχεις ούτε καν κουβά, και το πηγάδι είναι βαθύ· από πού, λοιπόν, το 'χεις το τρεχούμενο νερό; Αυτό το πηγάδι μάς το χάρισε ο προπάτοράς μας ο Ιακώβ· ήπιε απ' αυτό ο ίδιος και οι γιοι του και τα ζωντανά του. Μήπως εσύ είσαι ανώτερος απ' αυτόν;» Ο Ιησούς της απάντησε: «Όποιος πίνει απ' αυτό το νερό θα διψάσει πάλι όποιος όμως πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ δε θα διψάσει ποτέ, αλλά το νερό που θα του δώσω θα
γίνει μέσα του μια πηγή που θ' αναβλύζει νερό ζωής αιώνιας». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, δώσ' μου αυτό το νερό για να μη διψάω, κι ούτε να έρχομαι ως εδώ για να το παίρνω».
Τότε ο Ιησούς της είπε: «Πήγαινε να φωνάξεις τον άντρα σου κι έλα εδώ». «Δεν έχω άντρα», απάντησε η γυναίκα. Ο Ιησούς της λέει: «Σωστά είπες, “δεν έχω άντρα” γιατί πέντε άντρες πήρες κι αυτός που μαζί του τώρα ζεις δεν είναι άντρας σου· αυτό που είπες είναι αλήθεια». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης οι προπάτορές μας λάτρεψαν το Θεό σ' αυτό το βουνό· εσείς όμως λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα βρίσκεται ο τόπος όπου πρέπει κανείς να τον λατρεύει». «Πίστεψέ με, γυναίκα», της λέει τότε ο Ιησούς, «είναι κοντά ο καιρός που δε θα λατρεύετε τον Πατέρα ούτε σ' αυτό το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα. Εσείς οι Σαμαρείτες λατρεύετε αυτό που δεν ξέρετε· εμείς όμως λατρεύουμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία έρχεται στον κόσμο από τους Ιουδαίους. Είναι όμως κοντά ο καιρός, ήρθε κιόλας, που οι πραγματικοί λάτρεις θα λατρεύσουν τον Πατέρα με τη δύναμη του Πνεύματος, που αποκαλύπτει την αλήθεια γιατί έτσι τους θέλει ο Πατέρας αυτούς που τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι πνεύμα. Κι αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με τη δύναμη του Πνεύματος, που φανερώνει την αλήθεια». Του λέει τότε η γυναίκα: «Ξέρω ότι θα έρθει ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός· όταν έρθει εκείνος, θα μας τα εξηγήσει όλα». «Εγώ είμαι», της λέει ο Ιησούς, «εγώ, που σου μιλάω αυτή τη στιγμή». Αμήν.

Αγαπητά εν Χριστώ αδέλφια,

Ο Ιησούς, κουρασμένος από την πορεία Του στην έρημο και στο μέσο της ημέρας, είπε στη γυναίκα που συνάντησε στο πηγάδι του Ιακώβ: «Δώσε μου να πιω.» Ας θαυμάσουμε τον τρόπο με τον οποίο ο Κύριος της απευθύνεται. Εκείνος που δίνει άφθονα σκύβει τόσο χαμηλά ώστε να εξαρτάται από αυτή τη γυναίκα, ζητώντας της νερό
για να ξεδιψάσει. Τι έκπληξη ήταν γι' αυτήν να ακούσει τον Ιησού, τον οποίο αναγνώρισε ως Ιουδαίο, να της ζητάει να πιει!
Για αυτή τη γυναίκα από τη Σαμάρεια, ο διάλογος που ξεκίνησε με τον Ιησού πήρε μια εκπληκτική τροπή μέσα σε λίγα λεπτά. Παρόλο που ήταν εκείνος που μόλις της είχε ζητήσει να πιει, της πρόσφερε ζωντανό νερό που έσβηνε κάθε δίψα, έτσι ώστε ήταν εκείνη που του ζητούσε τώρα: «Κύριε, δώσε μου αυτό το νερό.» Αλλά αντί να της απαντήσει, την οδηγεί να Του εκμυστηρευτεί τις δύο τραγωδίες της ζωής της. Πρώτον, τη συζυγική της κατάρρευση: «Δεν έχω σύζυγο.» Έπειτα τη θρησκευτική της αγωνία: δεν ήξερε πού να λατρεύει τον Θεό- οι σχολές ήταν αντίθετες: στο βουνό ή στην Ιερουσαλήμ. Αυτός ο γρήγορος διάλογος με τον Ιησού έφερε στο φως τα δύο βασικά εμπόδια στο μυαλό αυτής της γυναίκας, που την εμπόδιζαν να φτάσει στον Θεό. Ο Ιησούς την οδήγησε, χωρίς να την κρίνει, να αναγνωρίσει ταπεινά τα δύο αδιέξοδα της ζωής της, τις δύο μονίμως ανικανοποίητες δίψες που κάνουν τη ζωή της δυστυχισμένη.
Και εκεί ακριβώς έρχεται ο Ιησούς. Έρχεται να μας συναντήσει, και μας οδηγεί να Του εξομολογηθούμε τη δίψα μας, τη δίψα μας για αγάπη, που είναι ακόμα ανικανοποίητη, επειδή κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να θεραπεύσει την αρχική πληγή, εκτός από τον ίδιο τον Θεό. Το ζωντανό νερό που υπόσχεται ο Ιησούς στη Σαμαρείτιδα, που υπόσχεται και σε εμάς, είναι το Άγιο Πνεύμα που θα ρέει από την καρδιά Του που τρυπήθηκε στον Σταυρό, η θεία αγάπη που μόνο αυτή μπορεί να σβήσει τη δίψα μας, τη δίψα να αγαπήσουμε τον Θεό και τη δίψα να αγαπήσουμε την ανθρωπότητα. Αυτό είναι το νόημα της ζωής μας: να παραδώσουμε στον Θεό τις αδυναμίες μας, να Του προσφέρουμε τις ραγισμένες και ταπεινωμένες καρδιές μας, να Του φωνάξουμε τη δίψα μας. Και αυτό δεν γίνεται χωρίς προσπάθεια, γιατί κάνουμε ό,τι μπορούμε για να γεμίσουμε τα κενά της καρδιάς μας και έτσι να εμποδίσουμε το ζωντανό νερό να διεισδύσει σε αυτήν. Ο κόσμος μας διαπρέπει στο να μας προσφέρει χιλιάδες
δρόμους διαφυγής που μας κάνουν να φεύγουμε από τη δυστυχία μας, χιλιάδες ποτά με ξύδι που δεν μπορούν να ξεδιψάσουν τη δίψα που μας κυριεύει. Αν υπάρχει μια αληθινή προσπάθεια, είναι αυτή που μας κάνει να εξομολογηθούμε τη δυστυχία και τη δίψα μας στον Θεό και να εκλιπαρήσουμε τη βοήθειά Του.
Έτσι, η συνάντηση του Ιησού με τη Σαμαρείτιδα, η συνάντηση του Ιησού με τον καθένα από εμάς, αποκτά το πλήρες νόημά της. Είναι η ανταλλαγή δύο διψών. Η Σαμαρείτιδα διψάει να μπορέσει να αγαπήσει και να λατρέψει- ο Ιησούς διψάει να μπορέσει να μεταδώσει την αγάπη Του. Αυτό είναι το νόημα της δίψας Του στο πηγάδι του Ιακώβ, και αυτό είναι το νόημα της κραυγής δίψας Του στον Γολγοθά. Αποκαλύπτοντας τη δίψα Του στη Σαμαρείτιδα, ο Ιησούς της αποκάλυψε τη δική Του δίψα- σβήνοντας τη δίψα της, της έδειξε πώς να σβήσει τη δική Του δίψα. Το μόνο που λείπει από τον Θεό είναι αυτό που μπορεί να προέλθει μόνο από εμάς: να δεχτούμε την αγάπη που θέλει να μας μεταδώσει.
Η γυναίκα έχει βρει την απάντηση στις βαθύτερες ανάγκες της ψυχής της, και τώρα θέλει να πει στους γύρω της τι βρήκε στον Ιησού. Απευθύνεται σε εκείνους στην ίδια της την πόλη, όπου ήταν γνωστή η αμαρτωλή ζωή της. Τώρα μπορεί να πει: «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έκανα- δεν είναι αυτός ο Χριστός;» Έχει πιστέψει αυτό που της είπε ο Κύριος Ιησούς και το ομολογεί με το ίδιο της το στόμα ενώπιον των ανθρώπων. Αυτό είναι το σημάδι μιας αληθινής μεταστροφής!

Προσευχή: Κύριε, διψάμε. Δώσε μας να πιούμε από το νερό σου για να μπορέσουμε να λάβουμε την αγάπη σου και να τη μεταφέρουμε σε όλους όσους συναντάμε.Αμήν.

+ Σελίμ Σφέιρ
Αρχιεπίσκοπος Μαρωνιτών Κύπρου

Categories
Archbishop’s Teaching

3η Κυριακή της Περιόδου των Θεοφανείων «Η φανέρωση του μεσσιανικού μυστικού στον Νικόδημο.» ( Ιωα 3 / 1 – 16)

3η Κυριακή της Περιόδου των Θεοφανείων

Ομιλία του Σεβασμιοτάτου Αρχιεπισκόπου Μαρωνιτών Κύπρου κ.
Σελίμ Σφέιρ

«Η φανέρωση του μεσσιανικού μυστικού στον Νικόδημο.»
( Ιωα 3 / 1 – 16)
Κάποιος από τους Φαρισαίους, που λεγόταν Νικόδημος,

άρχοντας των Ιουδαίων, ήρθε στον Ιησού νύχτα και του είπε:
«Διδάσκαλε, ξέρουμε πως ο Θεός σε έστειλε να διδάξεις· γιατί κανείς
δεν μπορεί να κάνει αυτά τα θαύματα που κάνεις εσύ, αν ο Θεός δεν
είναι μαζί του». Ο Ιησούς του είπε: «Σε βεβαιώνω, πως αν δε γεννηθεί
κανείς ξανά, δεν μπορεί να δει τη βασιλεία του Θεού. Τον ρώτησε ο
Νικόδημος: «Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος ηλικιωμένος πια να
γεννηθεί ξανά; Μήπως μπορεί να μπει στην κοιλιά της μάνας του και
να γεννηθεί άλλη μια φορά;» Ο Ιησούς του απάντησε: «Σε βεβαιώνω
πως αν κανείς δε γεννηθεί απ' το νερό κι από το *Πνεύμα, δεν μπορεί
να μπει στη βασιλεία του Θεού. Ό,τι γεννιέται από τον άνθρωπο είναι
ανθρώπινο, ενώ ό,τι γεννιέται από το Πνεύμα είναι πνευματικό. Μην
απορείς που σου είπα ότι πρέπει να γεννηθείτε ξανά.
Ο άνεμος πνέει όπου θέλει· ακούς τη βοή του αλλά δεν ξέρεις
από πού έρχεται και πού πηγαίνει· έτσι συμβαίνει και με καθέναν που
γεννιέται από το Πνεύμα». «Πώς μπορούν να γίνουν αυτά τα
πράγματα;» ρώτησε ο Νικόδημος.
Ο Ιησούς του απάντησε: «Εσύ είσαι δάσκαλος του λαού Ισραήλ κι
αυτά δεν τα ξέρεις; Σε βεβαιώνω πως εμείς λέμε αυτό που ξέρουμε
από πείρα, και μεταδίδουμε στους άλλους αυτό που έχουμε δει με τα
μάτια μας· τη μαρτυρία μας όμως εσείς δεν τη δέχεστε. Αν δεν με
πιστεύετε όταν σας μιλάω για πράγματα που συμβαίνουν στη γη, πώς
θα με πιστέψετε αν σας πω για πράγματα που συμβαίνουν στον
ουρανό; Κανένας, βέβαια, δεν ανέβηκε στον ουρανό παρά μόνο ο
Υιός του Ανθρώπου, που κατέβηκε από τον ουρανό, και που είναι
στον ουρανό. Όπως ο Μωυσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο,
έτσι πρέπει να υψωθεί ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει
σ' αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιώνια. Τόσο πολύ αγάπησε ο
Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε στο θάνατο το μονογενή του Υιό,
για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ' αυτόν αλλά να έχει ζωή αιώνια.

Αγαπητά εν Χριστώ αδέλφια,

Τα Ευαγγέλια είναι μια επαναληπτική ανάγνωση των
γεγονότων για να χρησιμεύσουν ως καλή είδηση που μας κάνει να
θέλουμε να πιστέψουμε σε αυτόν τον Ιησού, τον οποίο ο Νικόδημος,
όπως και πολλοί άλλοι, είχε την τύχη να συναντήσει.
Καθένας από τους άνδρες και τις γυναίκες που συνάντησαν
τον Ιησού ήταν εκπρόσωποι μιας ολόκληρης κοινότητας. Αυτός είναι
ο λόγος για τον οποίο ο Νικόδημος ήρθε τη νύχτα, και αυτή η
λεπτομέρεια εξιστορείται τρεις φορές στο Ευαγγέλιο του
Ευαγγελιστή Ιωάννη. Πολλά σχόλια έχουν γίνει για αυτή τη νύχτα,
γιατί τη συναντάμε όταν ο Ιούδας βγαίνει έξω, μετά το γεύμα, και
«έξω ήταν σκοτεινά», όπως ακριβώς ήταν και στην καρδιά του Ιούδα.
Αλλά ο Νικόδημος δεν ήθελε να αναγνωριστεί από τους
συναδέλφους του Φαρισαίους, γιατί πολλοί από αυτούς είχαν
ακολουθήσει τον Ιησού κρυφά. Η νύχτα χρησιμοποιείται εδώ για να
κρύψει από τα μάτια. Συμβολίζει όμως και την άγνοια του Νικόδημου
και των συναδέλφων του. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο
μεταβαίνουμε γρήγορα από το ΕΓΩ στο ΕΜΕΙΣ. Μόλις μιλήσει ο
Νικόδημος, θα πει ότι «ΕΜΕΙΣ» γνωρίζουμε, αλλά στην
πραγματικότητα δεν γνώριζε τίποτα. Και ο Ιησούς θα του πει ρητά:
«Είσαι δάσκαλος στο Ισραήλ και δεν ξέρεις;»
«Αληθινά, αληθινά, σου λέω: ΕΜΕΙΣ μιλάμε για όσα
γνωρίζουμε.» Δεν είναι πια μόνο ο Ιησούς, είναι η μαρτυρία της
πρώτης ιωαννινικής κοινότητας που πολεμούσε ενάντια στη γνώση
και που έπρεπε, με το τίμημα του αίματος, να μαρτυρήσει γι' αυτόν
τον Ιησού που εκδηλώνεται στον κόσμο και που δεν θα κλειστεί ποτέ
στα συστήματα γνώσης μας.
Ναι, αυτό είναι το νόημα του Ευαγγελίου αυτής της Κυριακής.
Καλούμαστε από τον Ιησού να αναλογιστούμε τη βασιλεία του Θεού
μέσω του βαπτίσματος. Μια νέα γέννηση και μια γέννηση από τα
πάνω. Τι δεν καταλαβαίνει ο Νικόδημος! Γιατί σε αυτή την ιστορία,
ο ρόλος του είναι να κάνει ερωτήσεις και όχι να καταλαβαίνει.
Αντιπροσωπεύει όλους εκείνους τους Ιουδαίους που δεν πίστεψαν
στον Ιησού. Αλλά ο Νικόδημος, που ήρθε μέσα στη νύχτα, θα έρθει
στο φως και θα ακολουθήσει τον Ιησού μέχρι το τέλος, μέχρι τον
σταυρό και τον τάφο, όπου μαζί με τον Ιωσήφ από την Αριμαθαία θα
αναπαύσει το σώμα του Ιησού.
Προσευχή: Κύριε Ιησού, θέλουμε να εισέλθουμε στη Βασιλεία Σου
τώρα ανοίγοντας τους εαυτούς μας στο θέλημά Σου για τη ζωή μας.
Βγάλε μας από τη νύχτα μας, ώστε να σε ακολουθήσουμε στην
ένδοξη Aνάστασή Σου. Αμήν.

+ Σελίμ Σφέιρ
Αρχιεπίσκοπος Μαρωνιτών Κύπρου

Categories
Archbishop’s Teaching

Third Sunday after Epiphany Jn 3, 1-16 Manifestation of Messiah’s secret to Nicodemus.

Time of the Epiphany
Third Sunday after Epiphany

Homily of His Excellency Selim Sfeir
Maronite Archbishop of Cyprus

Jn 3, 1-16
Manifestation of Messiah's secret to Nicodemus.

Dear brothers and sisters in Christ,

The Gospels are a reinterpretation of events to serve as good news that makes us want to believe in the Jesus whom Nicodemus, like so many others, had the chance to meet.
Each of those who met Jesus was a representative of a whole community. That is why Nicodemus came by night, and this detail is recounted three times in Saint John's Gospel. Many comments have been made about this night, because we encounter it when Judas goes out, after the meal, and "it was dark outside", as in Judas' heart.
But Nicodemus did not want to be recognized by his Pharisee colleagues, many of whom had followed Jesus in secret. Here, night is used to hide from view. But it also symbolizes the ignorance of Nicodemus and his colleagues. And that's why we quickly move from I to WE. As soon as Nicodemus speaks, he will say "WE" know, but in fact, he knew nothing. Moreover, Jesus is going to tell him explicitly: "You're a teacher in Israel and you don't know?
"Truly, truly, I say to you: WE speak of what we know. It is no longer Jesus alone, it is the testimony of the first Johannine community who fought against gnosis, and who had to, at the price of blood, bear witness
to this Jesus who is manifesting himself to the world and who will never confined to our systems of knowledge.
Yes, this is the meaning of the Gospel of this Sunday. We are called by Jesus to contemplate the kingdom of God through baptism. New birth, and birth from above. What Nicodemus does not understand! For in this story, his role is to ask questions, and not to understand. He represents all those Jews who did not believe in Jesus. But Nicodemus, who came at night, will come to the light and follow Jesus to the end, to the cross and the tomb, where he and Joseph of Arimathea will lay Jesus' body to rest.

Prayer
Lord Jesus, we want to enter your Kingdom now, by opening ourselves to your will for our lives. Bring us out of our night, so that we may follow you to your glorious resurrection.

† Selim Sfeir

Maronite Archbishop of Cyprus

Categories
Archbishop’s Teaching

Temps de l’Epiphanie 3ème Dimanche après l’Epiphanie Jn 3, 1-16

Temps de l’Epiphanie
3ème Dimanche après l’Epiphanie
Jn 3, 1-16

Homélie de Son Excellence Mgr. Selim Sfeir
Archevêque Maronite de Chypre

Manifestation du secret du Messie à Nicodème.

Chers frères et sœurs en Christ,
Les évangiles sont une relecture des évènements afin de servir de bonne
nouvelle qui donne envie de croire en ce Jésus que Nicodème, comme
beaucoup d'autres ont eu la chance de rencontrer.
Chacun de ceux et de celles qui ont rencontré Jésus étaient les
représentants de toute une communauté. C'est pour cela que Nicodème est
venu de nuit, et ce détail nous est relaté trois fois dans l'évangile de Saint
Jean. Beaucoup de commentaires ont été donnés à propos de cette nuit,
car nous la rencontrons lors de la sortie de Judas, après le repas, et dehors
« dehors, il faisait nuit », comme dans le cœur de Judas.
Mais Nicodème ne voulait pas se faire reconnaître par ses confrères
pharisiens, car ils sont nombreux à avoir suivi Jésus, en secret. La nuit sert
ici de se cacher des regards. Mais elle symbolise en même temps
l'ignorance de Nicodème et de ses confrères. Et c'est pour cela nous
passons vite du JE au NOUS. Dès que Nicodème va parler, il dira "NOUS"
savons, Mais en fait il ne savait rien. Et Jésus va le lui dire explicitement
: « Tu es maître en Israël et tu ne sais pas ? ».
« En vérité en vérité je te le dis : NOUS parlons de ce que nous savons. »
Ce n'est plus Jésus seul, c'est le témoignage de la première communauté
johannique qui luttait contre la gnose, et qui devait, au prix du sang,
témoigner de ce Jésus qui se manifeste au monde et qui ne sera jamais
enfermé dans nos systèmes de connaissance.
Oui, c'est le sens de l'évangile de ce Dimanche. Nous sommes appelés par
Jésus à contempler le royaume de Dieu, et ce, par le baptême. Nouvelle
naissance, et naissance d'en haut. Ce que Nicodème ne comprend pas !
Car dans ce récit, il a le rôle de poser des questions, et de ne pas
comprendre. Il représente tous ces Juifs qui n'ont pas cru en Jésus. Mais
lui, venu la nuit, va accéder à la lumière et suivra Jésus jusqu'au bout,
jusqu'à la croix et jusqu'au tombeau, où il déposera avec Joseph
d'Arimathie, le corps de Jésus.

Prière
Seigneur Jésus, nous voulons dès maintenant entrer dans ton Royaume en
nous ouvrant à ta volonté pour notre vie. Sors-nous de notre nuit, afin de
te suivre jusqu'à ta glorieuse résurrection.

† Selim Sfeir
Archevêque Maronite de Chypre

Categories
Archbishop’s Teaching

2η Κυριακή μετά τα ΘεοφάνιαΙωάννης 1/ 35-42 «Τι ψάχνετε;»

Περίοδος των Θεοφανίων
2η Κυριακή μετά τα Θεοφάνια
Ομιλία του Σεβασμιoτάτου
Αρχιεπισκόπου Μαρωνιτών Κύπρου
κ. Σελίμ Σφέιρ

Ιωάννης 1/ 35-42
«Τι ψάχνετε;»

Την άλλη μέρα, ο Ιωάννης στεκόταν πάλι με δύο από τους μαθητές
του και, καθώς είδε τον Ιησού να προσπερνάει, είπε: «Αυτός είναι ο
αμνός του Θεού». Οι δύο μαθητές τον άκουσαν να το λέει και
ακολούθησαν τον Ιησού. Ο Ιησούς γύρισε και, βλέποντάς τους να τον
ακολουθούν, τους είπε: «Τι θέλετε;» Κι αυτοί του απάντησαν: «Ραββί
–που σημαίνει Διδάσκαλε– πού μένεις;» «Ελάτε και θα δείτε», τους
λέει. Πήγαν, λοιπόν, και είδαν που μένει, κι εκείνη την ημέρα έμειναν
κοντά του η ώρα ήταν περίπου τέσσερις το απόγευμα.
Ο ένας από τους δύο που άκουσαν τα λόγια του Ιωάννη κι
ακολούθησαν τον Ιησού ήταν ο Ανδρέας, ο αδερφός του Σίμωνος
Πέτρου. Αυτός βρίσκει σε λίγο τον αδερφό του το Σίμωνα και του
λέει: «Βρήκαμε το Μεσσία» –που σημαίνει το Χριστό.

Αγαπητά εν Χριστώ αδέλφια,
Συνεχίζουμε να αναλογιζόμαστε τη μαρτυρία του Ιωάννη του
Βαπτιστή, ο οποίος άνοιξε στους μαθητές του τον δρόμο για να
εκπληρώσουν αυτό που είχε πει:
«Αυτός πρέπει να αυξάνεται και εγώ πρέπει να μειώνομαι.»
Τους καλεί να στραφούν όχι προς αυτόν που δείχνει τον δρόμο, αλλά
προς τον στόχο που δείχνει. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής κατευθύνει τους
μαθητές του προς Εκείνον που είναι ο πραγματικός στόχος της ζωής
τους. Και δύο από τους μαθητές του Ιωάννη ακολούθησαν τον Ιησού.
Τότε ήταν που ο ίδιος ο Ιησούς μίλησε και μας ρώτησε, όπως
είχε κάνει και με εκείνους τους δύο μαθητές: «Τι ψάχνετε;» Είμαστε
σαν εκείνους τους δύο μαθητές, οδηγούμενοι από την Εκκλησία, από
εκείνους που μας έχουν διδάξει ποιος είναι ο Ιησούς για εμάς και πώς
να Τον αγαπάμε και να Τον ακολουθούμε. Και κάθε χρόνο, κάθε
εβδομάδα και κάθε μέρα, ο Ιησούς μας θέτει μια νέα και προσωπική
ερώτηση: «Τι ψάχνετε;»
Τι ψάχνουμε πραγματικά; Τι ελπίζουμε ότι θα κάνει ο Ιησούς
για τη ζωή σας; Τι ζητάμε από τον Κύριο όταν προσευχόμαστε;
Μπορούμε ακόμα να κάνουμε στον Ιησού την ίδια ερώτηση με
εκείνους τους μαθητές και να ακούσουμε την απάντησή του;
«Δάσκαλε, πού μένεις;» - «Ελάτε και θα δείτε.»
Ο Ιησούς τους προσκαλεί σε μια εξαιρετική περιπέτεια. Έτσι,
όπως εκείνοι οι δύο μαθητές που, πριν ακόμη γνωρίσουν τον
προορισμό τους, ακολούθησαν τον Ιησού, έτσι και εμείς καλούμαστε
να Τον ακολουθήσουμε και να μείνουμε μαζί Του. Είναι αυτή η
εγκατάλειψη, αυτή η απόλυτη και αποκλειστική εμπιστοσύνη στον
Ιησού που τους επιτρέπει να «μείνουν» μαζί Του. «Πήγαν λοιπόν και
είδαν πού έμενε.» Και εδώ αρχίζει η περιπέτεια, εκεί που μένει, γιατί
ο Ανδρέας, ένας από τους δύο μαθητές που είχαν ακούσει τη
μαρτυρία του Ιωάννη του Βαπτιστή, πηγαίνει γρήγορα να αναζητήσει
τον αδελφό του Σίμωνα για να τον παρουσιάσει στον Ιησού,
διαβεβαιώνοντάς τον ότι βρήκε τον Μεσσία, ώστε να «μείνει» και
αυτός με τον Ιησού.
Αυτό το ελληνικό ρήμα, «μένω», (ménô) μένω, δεν σημαίνει
μόνο «μένω», αλλά λέει επίσης «αυτό που επιμένει, αυτό που διαρκεί
για πάντα.» Είναι το ίδιο ρήμα που χρησιμοποιεί ο Ευαγγελιστής
όταν οι μαθητές στην Εμμαούς ζητούν από τον μυστηριώδη
συνταξιδιώτη τους να μείνει μαζί τους. Και είναι το ίδιο ρήμα που
περιγράφει τον αναστημένο Χριστό, ο οποίος παραμένει μαζί τους,
και όμως εξαφανίζεται από τα μάτια τους τη στιγμή του γεύματος.
Έτσι, το πού είναι ο Ιησούς, το πού κατοικεί, δεν είναι ένας
τόπος, είναι μια σχέση. Μια στενή σχέση που γίνεται δυνατή με την
προσωπική μεταστροφή. Αλλά πώς πραγματοποιείται μια τέτοια
μεταστροφή; Μέσα από τα μάτια του Ιησού, ο οποίος γυρίζει και μας
κοιτάζει με το ίδιο οικείο βλέμμα που κοίταξε τον Σίμωνα: «βαθιά
μέσα μας.» Με αυτό το βλέμμα, άλλαξε το μικρό του όνομα, σαν να
του ανέθετε μια νέα αποστολή που θα άλλαζε τη ζωή του: να Τον
ακολουθήσει και να γίνει απόστολός Του, μάρτυράς του... Κατά τη
βάπτιση, μας δίνει ένα νέο όνομα: γιος ή κόρη του Θεού.
Το να είσαι μαθητής του Ιησού σήμερα, σημαίνει να ακούς το
κάλεσμά Του, να ανακαλύπτεις τη μυστηριώδη παρουσία Του στη
ζωή μας. Σημαίνει να παραμένουμε σε κοινωνία μαζί Του σε κάθε
Ευχαριστία, να διαλογιζόμαστε το Λόγο Του και να παραδινόμαστε
σ' Αυτόν στην προσευχή. Σημαίνει να γίνουμε απόστολοί Του, με την
αποστολή να τον μεταφέρουμε στους άλλους ως Καλά Νέα της
αγάπης, του ελέους και της ειρήνης...

Προσευχή: Κύριε, μας καλείς να έρθουμε και να δούμε πού ζεις, να
γίνουμε μαθητές Σου. Βοήθησέ μας να μεγαλώνουμε με πίστη στο
κάλεσμά Σου και, με τη δωρεά του Αγίου Πνεύματός Σου, να γίνουμε
φορείς των καλών Σου ειδήσεων στους αδελφούς και τις αδελφές μας
στην ανθρωπότητα. Αμήν.

† Σελίμ Σφέιρ
Αρχιεπίσκοπος Μαρωνιτών Κύπρου

Categories
Archbishop’s Teaching

2nd Sunday after EpiphanyJn 1, 35-42 “What are you looking for?”

Time of the Epiphany
2nd Sunday after Epiphany
Homily of His Excellency Selim Sfeir
Maronite Archbishop of Cyprus

Jn 1, 35-42
"What are you looking for?"

Dear brothers and sisters in Christ,
We continue to meditate on the witness of John the Baptist, who opens
the way for his disciples to fulfill what he had said: "He must increase and
I must decrease". He invites them to turn, not to the one who points the
way, but to the goal that he points to. John the Baptist directs his disciples
towards the One who is the true purpose of their lives. Among John's
disciples, two of them followed Jesus.
At this point Jesus Himself speaks and asks us, as He did those two
disciples: "What are you seeking?” We are like those two disciples, led
by the Church, by those who have taught us who Jesus is for us, and how
to love and follow him. And every year, every week or every day, Jesus
asks us again, personally: "What are you seeking?"
In fact, what are we really seeking? What do we hope Jesus will do in our
life? What do we ask the Lord when we pray? Can we still ask Jesus the
same question those disciples asked, and listen to his answer? "Master,
where are you staying? - Come and see.

Jesus is inviting them to an exceptional adventure. So, like those two
disciples who, even before knowing the destination, followed Jesus, we
too are called to follow him and dwell with him. It is this abandonment,
this total and exclusive trust in Jesus that enables them to "dwell" with
Him. "So they went and saw where he was staying. And there begins the
adventure, where He dwells, for Andrew, one of the two disciples who
had listened to John the Baptist's testimony, quickly goes to find his
brother Simon to introduce him to Jesus, assuring him that he has found
the Messiah, so that he too "dwells" with Jesus.
This Greek verb, "μένω", (ménô) to abide, not only means "to dwell", it
also says "what persists, what lasts forever". It's the same verb used by the
evangelist when the disciples of Emmaus ask their mysterious traveling
companion to stay with them. And it's the same verb that describes the
risen Christ who remains with them, yet disappears from their sight at the
meal.
Where Jesus is, where He dwells, is not a place, it is a relationship. An
intimate relationship made possible by personal conversion. But how does
such a conversion take place? Through the gaze of Jesus, who turns and
casts an intimate look on us, as he did with Simon: "inside, deeply".
Through this gaze, he changed his name, as if to assign him a new mission
that would change his life: to follow him and become his apostle, his
witness... At baptism, he gives us a new name: son or daughter of God.
To be a disciple of Jesus today is to listen to his call, to discover his
mysterious presence in our lives. It means remaining in communion with
Him at every Eucharist, meditating on His Word and abandoning
ourselves to Him in prayer. It means becoming His apostle, with the
mission of bringing Him as Good News of love, mercy and peace to
others...

Prayer
Lord, you call us to come and see where you dwell, to become your
disciples. Help us to grow in fidelity to your call, and, through the gift of
your Holy Spirit, may we be bearers of your Good News to our brothers
and sisters in humanity. Amen.

† Selim Sfeir
Maronite Archbishop of Cyprus

Categories
Archbishop’s Teaching

2ème dimanche près l’ÉpiphanieJn 1, 35-42 «Que cherchez-vous ? »

Temps de l’Épiphanie
2ème dimanche près l’Épiphanie
Homélie de Son Excellence Mgr. Selim Sfeir
Archevêque Maronite de Chypre

Jn 1, 35-42
«Que cherchez-vous ? »

Chers frères et sœurs en Christ,
Nous continuons à méditer le témoignage de Jean-Baptiste qui ouvre
à ses disciples le chemin d’accomplissement de ce qu’il avait dit : « Il
faut que lui grandisse et que moi je diminue ». Il les invite à se tourner
non pas vers celui qui indique la direction, mais vers le but que celui-
ci désigne. Jean baptiste oriente ses disciples vers Celui qui est le
véritable But de leur vie. Et parmi les disciples de Jean, deux d’entre
eux suivirent Jésus.
C’est alors que Jésus Lui-même prend la parole et nous demande,
comme il l’a fait avec ces deux disciples : « que cherchez-vous ? ».
Nous sommes comme ces deux disciples, conduits par l’Église, par
ceux et celles qui nous ont appris qui est Jésus pour nous et comment
l’aimer et le suivre. Et chaque année, chaque semaine ou chaque jour,
Jésus nous interroge de nouveau et personnellement : « Que
cherchez-vous ? »
En fait, que cherchons-nous véritablement? Qu’espérons-nous de
Jésus pour notre vie ? Que demandons-nous au Seigneur quand on
prie ? Pouvons-nous encore poser la même question de ces disciples
à Jésus et écouter sa réponse ? « Maître, où demeures-tu ? - « Venez,
et vous verrez ».
C’est à une aventure exceptionnelle que Jésus les invite. Alors,
comme ces deux disciples qui avant même de connaitre la destination,
suivirent Jésus, nous aussi nous sommes appelés à le suivre pour
demeurer avec Lui. C’est cet abandon, cette confiance totale et
exclusive en Jésus qui leur permet de « demeurer » avec Lui. « Ils
allèrent donc et virent où il demeurait. » Et là, commence l’aventure,
là où il demeure car André l’un des deux disciples qui avaient écouté
le témoignage de Jean-Baptiste s’en va très vite chercher son frère
Simon pour le présenter à Jésus, en lui assurant d’avoir trouvé le
Messie, afin que lui aussi « demeure » avec Jésus.
Ce verbe grec, « μένω », (ménô) demeurer, ne signifie pas seulement
« habiter », il dit aussi « ce qui persiste, ce qui dure toujours ». C’est
le même verbe utilisé par l’évangéliste quand les disciples d’Emmaüs
demandent à leur mystérieux compagnon de voyage de demeurer
avec eux. Et c’est le même verbe qui décrit le Christ ressuscité qui
demeure avec eux, et qui pourtant va disparaitre à leurs yeux au
moment du repas.
Là où est Jésus, là où Il demeure, ça n’est donc pas un lieu, c’est une
relation. Une relation intime rendue possible par une conversion
personnelle. Mais alors, comment s’opère une telle conversion ? Par
le regard de Jésus qui se retourne et qui pose sur nous un regard intime
comme il l’a posé sur Simon : « en dedans, profondément ». Par ce
regard, il changea son prénom comme pour lui assigner une nouvelle
mission qui changera sa vie : le suivre et devenir son apôtre, son
témoin... Au baptême, il nous donne un nom nouveau : fils ou fille de
Dieu.
Être disciple de Jésus aujourd’hui, c’est écouter son appel, c’est
découvrir Sa présence mystérieuse dans notre vie. C’est demeurer en
communion avec Lui à chaque Eucharistie, méditer sa Parole et
s’abandonner à Lui dans la prière. C’est devenir son apôtre avec pour
mission de le porter comme Bonne Nouvelle d’amour, de miséricorde
et de paix aux autres...

Prière
Seigneur, tu nous appelles à venir et voir où tu demeures, à devenir
tes disciples. Fais-nous grandir dans la fidélité à ton appel et nous
serons, par le don de ton Esprit Saint, porteurs de ta Bonne Nouvelle
à nos frères et sœurs en humanité. Amen.

† Selim Sfeir
Archevêque Maronite de Chypre